της Νατάσας Τερλεξή
Στις 26 Ιούλη του 1953, μια ομάδα 160 νέων στην ηλικία επαναστατών με επικεφαλής τον Φιντέλ Κάστρο ανέλαβαν ένοπλη επίθεση στα στρατόπεδα της Μονκάδα και του Μπαγιάμο. Στόχος της επίθεσης ήταν πυροδότηση μιας μαζικής εξέγερσης ενάντια στη στρατιωτική δικτατορία του Φουλχένσιο Μπατίστα, ο οποίος κατέλαβε την εξουσία το 1952 με στρατιωτικό πραξικόπημα. Ήταν ο άνθρωπος της Ουάσιγκτον και το καθεστώς του είχε την πλήρη υποστήριξη των κυρίαρχων καπιταλιστών των ΗΠΑ.
«Η επίθεση στο στρατόπεδο της Μονκάδα μπορεί να μην οδήγησε στον θρίαμβο
της επανάστασης, χάραξε όμως τον δρόμο και δημιούργησε τις προϋποθέσεις για τη
συγκρότηση ενός προγράμματος εθνικής απελευθέρωσης που έμελλε να ανοίξει για
την πατρίδα μας την πόρτα προς τον σοσιαλισμό. Στην ιστορία τα πισωγυρίσματα
στο πεδίο της τακτικής δεν είναι πάντα συνώνυμα με την ήττα. […]
Για να ανοίξει ο δρόμος προς το μέλλον, αυτό που έχει σημασία κάτω από ορισμένες συνθήκες είναι αυτή καθεαυτή η ακλόνητη θέληση για αγώνα και η ίδια η επαναστατική δράση. Χωρίς τη Μονκάδα δεν θα ακολουθούσαν η επιχείρηση του Γκράνμα, ο αγώνας στη Σιέρα Μαέστρα και η εξαίρετη νίκη της 1ης Γενάρη του 1959. Κατά τον ίδιο τρόπο, χωρίς την εποποιία του 1868 και του 1895, η Κούβα δεν θα ήταν σήμερα ανεξάρτητη, ούτε η πρώτη σοσιαλιστική χώρα της Αμερικής. Αντίθετα, χωρίς αμφιβολία θα ήταν άλλη μία χώρα πιασμένη στα νύχια του ιμπεριαλισμού των γιάνκηδων. Το εθνικό συναίσθημα θα είχε για πάντα πνιγεί και δεν θα μιλούσαμε καν ισπανικά στην τόσο όμορφη χώρα μας. Η ανεξάρτητη, επαναστατική και σοσιαλιστική πατρίδα που έχουμε σήμερα θεμελιώθηκε με το αίμα και τις θυσίες των παιδιών της.»
Φιντέλ
Κάστρο
Aπόσπασμα από την εισήγηση την οποία παρουσίασε ο
Φιντέλ Κάστρο, ως μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος
Κούβας (ΚΚΚ), στη διάρκεια του πρώτου συνεδρίου του ΚΚΚ στην Αβάνα τον Δεκέμβρη
του 1975. Η εισήγηση δημοσιεύτηκε στην Αβάνα το 1977 στη συλλογή κειμένων Η ενότητα θα μας δώσει τη δύναμη. Περιλαμβάνεται
στο βιβλίο Η
Ιστορία θα με δικαιώσει, Αθήνα, 2018, εκδόσεις Διεθνές Βήμα.
Πέντε χρόνια, πέντε μήνες και πέντε μέρες μετά την επίθεση της Μονκάδα, η επανάσταση θριαμβεύει στην Κούβα. Πρόκειται πραγματικά για ένα μοναδικό κατόρθωμα, αν αναλογιστούμε ότι οι ηγέτες της επίθεσης φυλακίστηκαν για δύο σχεδόν χρόνια και επιπλέον πέρασαν ενάμιση χρόνο στην εξορία και είκοσι πέντε μήνες στα πεδία των μαχών − χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο παγκόσμιος συσχετισμός δυνάμεων είχε μεταβληθεί τόσο ώστε η κουβανική επανάσταση να μπορέσει να επιβιώσει.
Πέρα όμως από την αποφασιστική δράση των
επαναστατών, η επιδεξιότητα και η ευελιξία τους ήταν απαραίτητες. Σε κάθε
στάδιο του αγώνα εξαγγέλλονταν και πραγματοποιούνταν εκείνοι ακριβώς οι στόχοι
για τους οποίους το επαναστατικό κίνημα και ο λαός είχαν αποκτήσει την ανάλογη
ωριμότητα. Αν είχαμε διακηρύξει τον σοσιαλισμό στη διάρκεια του αγώνα της
εξέγερσης, αυτό δεν θα είχε γίνει κατανοητό από τον λαό. Ως αποτέλεσμα ο
ιμπεριαλισμός με τις στρατιωτικές του δυνάμεις θα είχε επέμβει άμεσα στην
πατρίδα μας. Την εποχή εκείνη η ανατροπή της αιμοσταγούς τυραννίας του Μπατίστα
καθώς και το πρόγραμμα της Μονκάδα συσπείρωναν ολόκληρο τον λαό. Αργότερα, όταν
η επανάσταση, δυνατή και νικηφόρα, δεν δίστασε να συνεχίσει την πορεία της προς
τα εμπρός, ορισμένοι ισχυρίστηκαν ότι προδόθηκε, χωρίς να σκεφτούν ότι η
πραγματική προδοσία θα ήταν να σταματούσε η επανάσταση στη μέση του δρόμου. Το
να χυθεί το αίμα χιλιάδων παιδιών των ταπεινών ανθρώπων του λαού για να
διασωθεί η αστική και η ιμπεριαλιστική κυριαρχία καθώς και η εκμετάλλευση του
ανθρώπου από άνθρωπο θα συνιστούσε την πιο αισχρή προδοσία απέναντι στους
νεκρούς και σε όλους όσους είχαν αγωνιστεί από το 1868 για το αύριο, για τη
δικαιοσύνη και την πρόοδο της πατρίδας.
Η επανάσταση δεν σταμάτησε ποτέ μπροστά στις ήττες
που υπέστη. Η Μονκάδα και η Αλεγρία ντε Πίο, οι δύο αυτές πικρές ήττες, δεν
εμπόδισαν τη συνέχιση της μάχης. Ο αγώνας ξαναφούντωσε στη Σιέρα Μαέστρα με
επτά μόνο τουφέκια, και ο υποτιθέμενα αήττητος στρατός της τυραννίας διαλύθηκε
μέσα σε δύο χρόνια. Ο νικηφόρος λαός απέσπασε από τον εχθρό κατά τη διάρκεια
των μαχών τα 80.000 τουφέκια που μέχρι τότε είχε στραμμένα ενάντια στο έθνος. Ο
ίδιος ο πόλεμος αποτέλεσε ένα ενθαρρυντικό παράδειγμα των όσων μπορούσαν να
κατορθώσουν η αποφασιστικότητα και η θέληση ενός λαού. Στην τελική φάση του
αγώνα, οι ένοπλοι επαναστάτες αγωνιστές μόλις ξεπερνούσαν τους 3.000. Έτσι και
αυτός ο πιο πρόσφατος πόλεμος για την ανεξαρτησία μας συντελέστηκε χωρίς υλική
βοήθεια από τα έξω. Οι εργάτες και αγρότες μας που εντάχθηκαν στον Επαναστατικό
Στρατό −με τη στήριξη των μεσαίων στρωμάτων− ανέτρεψαν το τυραννικό καθεστώς,
κατέστρεψαν τον στρατιωτικό μηχανισμό καταπίεσης και κατέκτησαν την πλήρη
ανεξαρτησία της πατρίδας. Η εργατική τάξη, με την επαναστατική γενική απεργία
που πραγματοποίησε κατά την τελική μάχη, συνέβαλε με τρόπο αποφασιστικό στον
θρίαμβο αυτό. Το λαμπρό αυτό επίτευγμα της επανάστασής μας είναι ελάχιστα
γνωστό ως γεγονός στο εξωτερικό. Υπήρξαν κάποιες αποσπασματικές και
ατεκμηρίωτες δημοσιεύσεις, αλλά μια συστηματικά οργανωμένη και τεκμηριωμένη
περιγραφή δεν έχει γραφτεί ακόμα.