Κατά αρχάς, εκ μέρους του Διεθνούς Βήματος, θα ήθελα να ευχαριστήσω τον Κυριάκο Προβατίδη και το βιβλιοπωλείο Μάτι για την ευκαιρία που μας έδωσε να παρουσιάσουμε το βιβλίο «Η ιστορία θα με δικαιώσει», ένα από τα πιο σημαντικά βιβλία για την κουβανική επανάσταση.
Πέντε εργαζόμενοι και συνδικαλιστές από την Ελλάδα συμμετείχαμε στην 13η διεθνή μπριγάδα της πρωτομαγιάς εκφράζοντας την αλληλεγγύη μας προς την κουβανική επανάσταση. Μεταξύ άλλων, επισκεφτήκαμε εργοστάσια και αγροτικούς συνεταιρισμούς, ένα σχολείο και ένα πανεπιστήμιο καθώς και ένα νοσοκομείο, συναντηθήκαμε με αντιπροσώπους της Εθνοσυνέλευσης Λαϊκής Εξουσίας που είχαν εκλεγεί στις πρόσφατες εκλογές, και με μέλη μαζικών φορέων, όπως την Ομοσπονδία Γυναικών και τις Επιτροπές Υπεράσπισης της Επανάστασης. Ήρθαμε έτσι σε άμεση επαφή και ανταλλάξαμε απόψεις με εργαζόμενους της πόλης και της υπαίθρου της Κούβας για τις κατακτήσεις της σοσιαλιστικής επανάστασης και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν σήμερα.
Πιστεύω ότι για να κατανοήσουμε που ακριβώς βρίσκεται η Κούβα σήμερα, το βιβλίο αυτό είναι το καλύτερο σημείο να ξεκινήσουμε.
Σπανίως στην Ιστορία βλέπουμε να εφαρμόζεται ένα πρόγραμμα όπως αυτό της Μονκάδα, όπως έγινε γνωστή η ομιλία αυτή του Φιντέλ στο δικαστήριο. Δύο λόγοι υπάρχουν γι’ αυτό:
ο πρώτος είναι ότι οι επαναστάτες Κουβανοί με επικεφαλή τον Φιντέλ Κάστρο ποτέ δεν παρουσιάστηκαν στον εργαζόμενο λαό ως σωτήρες που ως δια μαγείας θα του έλυναν όλα του τα προβλήματα. Αντιθέτως, του είπαν «για να γίνουν πραγματικότητα η ελευθερία και η ευτυχία σου αγωνίσου μαζί μας για να τα κατακτήσουμε». Και αυτό που χαρακτηρίζει την κουβανική επανάσταση, από την ανατροπή της δικτατορίας του Μπατίστα το 1959 μέχρι τις πρόσφατες οικονομικές μεταρρυθμίσεις και τις πρόσφατες εκλογές που ανάδειξαν μια νέα Εθνοσυνέλευση και σήμερα μια νέα κυβέρνηση, είναι η ενεργή συμμετοχή του λαού στην λήψη και την υλοποίηση μέτρων και πολιτικών που αφορούν τη ζωή του.
Ο δεύτερος και καθοριστικός λόγος είναι ότι η επανάσταση του 1959 έφερε στην εξουσία τους ταπεινούς ανθρώπους, τον εργαζόμενο λαό, ο οποίος ανέδειξε μια ηγεσία, το Κίνημα 26ης Ιούλη, που ήταν αποφασισμένη να πάει μέχρι το τέλος και καταπιάστηκε από την πρώτη στιγμή με την υλοποίηση του προγράμματος της Μονκάδα.
Πρόκειται για ένα επαναστατικό δημοκρατικό πρόγραμμα που στο επίκεντρό του ήταν η εθνική απελευθέρωση από τον ζυγό των γιάνκηδων ιμπεριαλιστών οι οποίοι είχαν μετατρέψει την Κούβα σχεδόν σε αποικία τους. Δεν στήριζαν μόνο τη δικτατορία του Μπατίστα αλλά είχαν στην ιδιοκτησία τους βασικούς τομείς της οικονομίας , μεγάλες γαιοκτησίες καθώς και βιομηχανικές επιχειρήσεις και την ενέργεια.
Ο Φιντέλ καλεί τους αγρότες να παλέψουν για τη γη, καλεί όλο τον εργαζόμενο λαό να αγωνιστεί για την αξιοπρέπειά του, για την ελευθερία να εκφραστεί, να έχει πρόσβαση στην παιδεία και την υγεία και τον πολιτισμό.
Στην ομιλία του περιγράφει με λεπτομέρεια τις συνθήκες που αντιμετώπιζαν οι εργαζόμενοι. Το πρόβλημα της τεράστιας ανεργίας, ενώ 500.000 εργάτες στην ύπαιθρο δούλευαν μόνο 4 μήνες το χρόνο και τους υπόλοιπους μήνες πεινούσαν. Σχεδόν 85% των μικροκαλλιεργητών πλήρωναν ενοίκιο σε κάποιον γαιοκτήμονα για την γη που καλλιεργούσαν. Οι αγρότες αντιμετώπιζαν πάντα την απειλή της έξωσης από τον γαιοκτήμονα, από τον τοκογλύφο ή από την τράπεζα. 200.000 οικογένειες αγροτών ήταν χωρίς κλήρο ενώ την καλύτερη γη την είχαν οι καπιταλιστές από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Σχεδόν τρία εκατομμύρια χωρικοί δεν είχαν ηλεκτρικό ρεύμα. Το ένα τρίτο του μισθού των εργαζόμενων στις πόλεις πήγαινε στην πληρωμή του ενοικίου. Θεραπεύσιμες αρρώστιες θέριζαν τον πληθυσμό ιδιαίτερα της υπαίθρου.
Σήμερα η ανεργία στην Κούβα αγγίζει μόλις τα 3%. Πριν την επανάσταση το 1959, 60% του πληθυσμού ήταν λειτουργικά αναλφάβητοι ενώ σήμερα είναι 0,5%. Πάνω από 2,5 εκατομμύρια παιδιά και ενήλικες σπουδάζουν σήμερα σε κάποια σχολή της χώρας. Πάνω από 99% των παιδιών τελειώνουν την 9η τάξη και τα τελευταία χρόνια ολοκληρώνεται ένα πρόγραμμα όπου κάθε περιφέρεια της χώρας θα έχει και το πανεπιστήμιό της. Από τα πρώτα μέτρα που πήρε η επαναστατική κυβέρνηση ήταν η μείωση των ενοικίων κατά 50%, ενώ σήμερα 85% έχουν το δικό τους σπίτι και δεν πληρώνουν ενοίκιο. Σχεδόν όλοι, έως και στα απόμερα χωριά στα βουνά, έχουν ηλεκτρικό ρεύμα.
Όσο αφορά στην υγεία, η βρεφική θνησιμότητα σήμερα είναι 4 ανά 1000 γεννήσεις ενώ το προσδόκιμο ζωής είναι 81 χρόνια. Η Κούβα έχει έναν γιατρό ανά 170 ασθενείς αρκετά λιγότερους από τις αναπτυγμένες χώρες, όπως οι ΗΠΑ, η Γερμανία, η Μεγάλη Βρετανία και η Ελλάδα.
Η επαναστατική κυβέρνηση εφάρμοσε μια από τις βαθύτερες αγροτικές μεταρρυθμίσεις. Οι μεγάλες γαιοκτησίες είτε των Αμερικανών είτε των ντόπιων Κουβανών καπιταλιστών πέρασε στα χέρια των αγροτών που τις καλλιεργούσαν. Όλη η γη εθνικοποιήθηκε και παραμένει μέχρι σήμερα. Οι αγρότες έπαψαν έτσι να είναι σκλάβοι των χρεών τους προς τις τράπεζες. Στην Κούβα δεν υπάρχουν πλειστηριασμοί και οι αγρότες δεν αντιμετωπίζουν την απειλή να χάσουν τη γη τους.
Χρόνια αργότερα, μιλώντας για το πρόγραμμα της Μονκάδα, ο Φιντέλ έλεγε ότι αυτό περιέγραφε «τη βαθύτερη σκέψη μας για το καπιταλιστικό οικονομικό και κοινωνικό σύστημα, το οποίο απλά έπρεπε να εξαλειφθεί». Στην πορεία υλοποίησης του δημοκρατικού, αντι-ιμπεριαλιστικού προγράμματος της Μονκάδα, αντιμέτωποι με τις επιθέσεις των γιάνκηδων ιμπεριαλιστών και των ντόπιων καπιταλιστών, οι εργαζόμενοι προχώρησαν στην εξάλειψη των καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων. Τα εργοστάσια πέρασαν στα χέρια των εργατών. Η γη, η παιδεία, η υγεία, και ο πολιτισμός έπαψαν να είναι εμπόρευμα που αγοράζεται και πουλιέται και έγιναν κοινωνικά αγαθά. Τη διαδικασία αυτή εξηγεί ο Φιντέλ στο δεύτερο κείμενο που περιλαμβάνει το βιβλίο: Η δυναμική της κουβανικής επανάστασης.
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ αλλά και η Ευρωπαϊκή Ένωση λένε ότι στην Κούβα πρέπει να υπάρξει μια «μετάβαση στη δημοκρατία» που σημαίνει επίσης και στην «οικονομία της αγοράς». Ο Φιντέλ, εξηγώντας μια αναφορά του στον «Χρυσό Μόσχο» στο Η Ιστορία θα με δικαιώσει εξήγησε ότι «ο Χρυσός Μόσχος είναι η γνωστή οικονομία της αγοράς. Αν περιμέναμε για θαύματα από τον Χρυσό Μόσχο, θα είχαν περάσει χίλια χρόνια και τα προβλήματα θα συνέχιζαν να υπάρχουν ενώ η επανάσταση τα αντιμετώπισε άμεσα και αποτελεσματικά». Προβλήματα που εμείς οι εργαζόμενοι αντιμετωπίζουμε όλο και περισσότερο στο πλαίσιο της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του καπιταλισμού και τις ανένδοτες επιθέσεις της τάξη των εργοδοτών ενάντια στις συνθήκες ζωής και εργασίας μας και ενάντια στα δημοκρατικά δικαιώματα που με αγώνες έχουμε κατακτήσει.
«Αυτό που έχουμε στην Κούβα δεν είναι η δημοκρατία των εκμεταλλευτών, ούτε οι γαιοκτήμονες και τα ξένα μονοπώλια έχουν δικαιώματα στην Κούβα», έλεγε ο Φιντέλ Κάστρο. «Τώρα έχουμε μια δημοκρατία των εργατών, των χωρικών, των ταπεινών αντρών και γυναικών. Είναι μια επαναστατική δημοκρατία των ταπεινών, από τους ταπεινούς, και για τους ταπεινούς».
Μια γεύση πως λειτουργεί αυτή η δημοκρατία λάβαμε με τις πρόσφατες εκλογές για την Εθνοσυνέλευση της Κούβας. Οι 605 που εκλέχθηκαν αντιπροσωπεύουν όλα τα τμήματα του κουβανικού λαού: εργαζόμενους στην παραγωγή, αγρότες, γυναίκες και νεολαία. 56% των αντιπροσώπων εκλέγονται για πρώτη φορά, 53% είναι γυναίκες, 41% είναι Μαύροι και ο μέσος όρος ηλικίας είναι 49 χρονών.
Το βιβλίο αυτό μας βοηθά να κατανοήσουμε γιατί η Ουάσιγκτον συνεχίζει ανένδοτα μέχρι σήμερα τον οικονομικό και εμπορικό αποκλεισμό της Κούβας με στόχο την ανατροπή της επανάστασης. Και συνεχίζει την κατοχή του Γκουαντάναμο, ενός τμήματος της επικράτειας της Κούβας. Πρόκειται για μια κατάφορη παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της εθνικής κυριαρχίας της Κούβας.
Κλείνοντας θα ήθελα να πω ότι δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος να γνωρίσει κανείς την κουβανική επανάσταση και αυτόν τον υπέροχο λαό από τη συμμετοχή σε μια από τις μπριγάδες που οργανώνονται κάθε χρόνο.