Νατάσα Τερλεξή
Εισαγωγικά
Το βιβλίο αυτό, όπως λέει στη σημαντική εισαγωγή της η Μέρι-Άλις Γουότερς (σ.21) «δεν είναι ένα βιβλίο που μιλά για τις γυναίκες. Ή, σωστότερα, οι γυναίκες δεν είναι το σημείο αφετηρίας του, ούτε θα ήταν δυνατό κάτι τέτοιο. Πρόκειται για ένα βιβλίο για την κουβανική επανάσταση. Για εκατομμύρια ανθρώπους του εργαζόμενου λαού –άνδρες και γυναίκες– που έκαναν τη σοσιαλιστική αυτή επανάσταση, και για το πώς μεταμορφώθηκαν και οι ίδιοι μέσα από τις πράξεις τους, αγωνιζόμενοι για τη μεταμόρφωση του κόσμου τους»
Το βιβλίο αυτό παρουσιάζει τις πολιτικές αντιλήψεις της σοσιαλιστικής επανάστασης της Κούβας και τον ιδιαίτερο τρόπο που εφαρμόστηκαν κοινωνικά, δίνοντάς μας μια ζωντανή εικόνα των προσδοκιών, των ονείρων και των προσπαθειών τριών γενεών στη χώρα αυτή, ανδρών και γυναικών.
Επίσης, όπως είπε στην παρουσίαση του βιβλίου αυτού στην Αβάνα η Ασέλα ντε λος Σάντος, φωτίζει «το δύσκολο μονοπάτι της πολιτικής και μορφωτικής δουλειάς που χαράξαμε προκειμένου να κάνουμε κτήμα μας ιδέες της ισότητας και της δικαιοσύνης συνεπείς προς τις αντιλήψεις που είχαμε αντλήσει από τον Μαρτί, τον Μαρξ και τον Φιντέλ. Το βιβλίο μιλά για τις μεγάλες και πολλαπλές προσπάθειες που αναλάβαμε προκειμένου οι αντιλήψεις αυτές να γίνουν σάρκα από τη σάρκα κάθε ανθρώπου στους κόλπους του λαού.»
Η Κουβανική Επανάσταση χαρακτηρίστηκε, μεταξύ άλλων, από τον αριθμό των γυναικών που συμμετείχαν κεντρικά στην καθοδήγησή της. Αυτό είχε να κάνει με την ιστορική περίοδο κατά την οποία έλαβε χώρα και με τις κυοφορούμενες αλλαγές παγκόσμια. Είχε να κάνει, όμως, και με τη συνέπεια της ηγεσίας της, με πρωτεργάτη τον Φιντέλ Κάστρο, γύρω από ετούτο το ζήτημα.
Η ηγεσία αυτή
(1) Αναγνώριζε την ιδιαίτερη καταπίεση της γυναίκας η οποία είναι αντικείμενο εκμετάλλευσης επειδή ανήκει στην εργατική τάξη. Αλλά, και στην ίδια της την τάξη, η γυναίκα είναι αντικείμενο «αναρίθμητων προκαταλήψεων που πρακτικά της αφαιρούν μια παραγωγική θέση στην κοινωνία». Προκαταλήψεις, όπως λέει ο Φιντέλ, «όπως το να θεωρούμε ότι οι γυναίκες είναι κατάλληλες μόνο για να καθαρίζουν το σπίτι και να κάνουν παιδιά». Και
(2) Αναγνώριζε ότι η επανάσταση δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς τη συμμετοχή των γυναικών, και την κατάρριψη στην πράξη των προκαταλήψεων αυτών.
Υπάρχει απόλυτη ακολουθία λόγων και έργων γύρω από το ζήτημα αυτό, όπως και τόσα άλλα στην Κουβανική Επανάσταση.
Η συμμετοχή των γυναικών οργανώθηκε από την πρώτη στιγμή: Ήδη με τον ρόλο που έπαιξαν η Μέλμπα Ερνάντες και Χαϊντέ Σανταμαρία στην ένοπλη επίθεση στον στρατώνα Μονκάδα το 1953, το πρώτο σάλπισμα των σύγχρονων αγώνων της Κούβας.
Η θέση των νεαρών επαναστατών συνοψίζεται στο εξής:
Για να επιτευχθεί η επανάσταση, έπρεπε «η δούλα του δούλου» στο χωριό και στην πόλη να βγει από το χωράφι, να βγει από την κουζίνα και να κατεβεί στην πλατεία του χωριού. Για να γίνουν οι εργάτες και οι αγρότες τα νέα αφεντικά της χώρας τους και των παραγωγικών δυνάμεών της, για να αρχίσουν να γίνονται αρχιτέκτονες του μέλλοντός τους, έπρεπε η δούλα του δούλου να συμμετέχει. Να μάθει να διαβάζει και να γράφει, να έχει άποψη, να συμμετέχει αυτόνομα στη λύση των προβλημάτων της οικογένειας, του χωριού, της πόλης και της χώρας. Να αποκτήσει δεξιότητες και ικανότητες στην παραγωγή, τη διοίκηση, την επιστήμη την άμυνα.
Το 1ο μέρος του βιβλίου επικεντρώνεται στον αντιδικτατορικό αγώνα στις πόλεις και στο βουνό. Και ιδιαίτερα στην περιοχή του Σαντιάγο ντε Κούβα όπου ζούσαν και αγωνίζονταν η νεαρή απόφοιτος χημικός μηχανικός Βίλμα Εσπίν και η δασκάλα Ασέλα ντε λος Σάντος. Η ζωές τους δέθηκαν μέσα στην πάλη ενάντια στη αιμοσταγή αμερικανοστήρικτη δικτατορία του Μπατίστα που κηρύχτηκε στις 10 Μάρτη 1952.
Περιγράφουν την παράνομη μαζική δράση στην πόλη του Σαντιάγκο. Περιγράφουν και τη στάση ηγετών όπως ο Φρανκ Παΐς, που με τη διαγωγή του ενθάρρυνε την ισότιμη συμμετοχή ανδρών και γυναικών στον αγώνα. Ως αποτέλεσμα αναδείχτηκαν γυναίκες στελέχη και αναπτύχτηκαν οι ικανότητές τους. Μετά τη δολοφονία του Φρανκ, ο συντονισμός του αγώνα στην επαρχία βρίσκεται στα χέρια της Βίλμα.
Μέσα από τα μάτια της Βίλμα βλέπουμε την πορεία της συνείδησης των νέων επαναστατών. Βλέπουμε την πορεία της σκέψης τους από τον αγώνα της ανεξαρτησίας προς τον αγώνα εξάλειψης της εκμετάλλευσης. Της εκμετάλλευσης όχι μόνο από την ξένη κυριαρχία αλλά και από το κουβανικό κατεστημένο και τους ντόπιους εκμεταλλευτές. Κυρίως βλέπουμε πώς οι νεαροί επαναστάτες στο βουνό, παλεύοντας στο πλευρό των άκληρων αγροτών, γνώριζαν από κοντά τις συνθήκες ζωής τους και το αγωνιστικό τους πνεύμα.
Το αντάρτικο ήταν επίσης ένα σχολείο για τις δυνατότητες και την αναγκαιότητα συμμετοχής των γυναικών. Για την αναντικατάστατη προσφορά τους στον αγώνα.
Κάποια στιγμή το 1958, γυναίκες που συμμετείχαν στο βουνό ζήτησαν να εκπαιδευτούν και να αναλάβουν ένοπλη δράση. Ο Φιντέλ αποφασίζει να προχωρήσει στη δημιουργία της πρώτης γυναικείας διμοιρίας. Πολλοί άνδρες εξαγριώθηκαν, επειδή υπήρχε γενικευμένη έλλειψη οπλισμού. «Γιατί να δώσεις όπλα στις γυναίκες ενώ δεν υπάρχουν αρκετά για τους άνδρες;» έλεγαν. Ο Φιντέλ τους αποστόμωσε λέγοντας ότι οι γυναίκες αυτές είναι καλύτεροι και πιο πειθαρχημένοι στρατιώτες. Γι’ αυτό. Η διμοιρία διέπρεψε στα πεδία των μαχών, δίνοντας άλλο ένα σημαντικό δίδαγμα.
Η στάση αυτή συνεχίστηκε με τη μαζική ένταξη γυναικών στην πολιτοφυλακή που ιδρύθηκε αμέσως μετά την επαναστατική νίκη, και εξακολουθεί και σήμερα να είναι η ραχοκοκαλιά της παλλαϊκής αμυντικής φιλοσοφίας της Κούβας.
Στο βιβλίο θα βρείτε το εξής όμορφο επεισόδιο: κατά την αποστολή γυναικείου τάγματος αεράμυνας στην Αγκόλα το 1986, ενώπιων πρεσβευτών αφρικανικών χωρών, ο Φιντέλ λέει (παραφράζω): Μη νομίζεται ότι στέλνουμε γυναίκες επειδή δεν υπάρχουν άνδρες εθελοντές! Η συμμετοχή των γυναικών είναι μια επαναστατική, πολιτική και ηθική αναγκαιότητα. Είναι ένα δικαίωμα που έχουν κερδίσει.
Μετά την αποφασιστική απόκρουση των στρατιωτικών δυνάμεων της δικτατορίας από την ορεινή περιοχή της Ανατολικής Κούβας, στήθηκε με διοικητή τον Ραούλ Κάστρο το 2ο Ανατολικό Μέτωπο. Στην περιοχή ελέγχου του Ανατολικού Μετώπου οργανώθηκε «μια Δημοκρατία εν τω γεννάσθαι», όπως λέει η Ασέλα. Ήταν μια «πρόβα τζενεράλε». Και για τον πληθυσμό, που έβλεπε ότι οι νεαροί επαναστάτες δεν ήταν επαναστάτες μόνο στα λόγια. Χτίστηκαν σχέσεις εμπιστοσύνης και δόθηκαν δείγματα γραφής: Αγροτική μεταρρύθμιση, ιατρική φροντίδα για πρώτη φορά στα ορεινά χωριά, απονομή δικαιοσύνης και το άνοιγμα 400 σχολείων με τη συμμετοχή των αγροτών (για να βρεθούν χώροι, βιβλία, καταλύματα και να γίνει απογραφή των παιδιών κ.λπ.) . Τα σχολεία αυτά, παράλληλα, άνοιγαν για τους αναλφάβητους αγρότες και για τους αναλφάβητους μαχητές του αντάρτικου. Επικεφαλής όλης αυτής της πολυεπίπεδης εκπαιδευτικής δουλειάς που γινόταν κυριολεκτικά μέσα στη φωτιά του πολέμου, με καθημερινές βομβαρδιστικές επιδρομές, τέθηκε μια νεαρή δασκάλα: η Ασέλα ντε λος Σάντος.
Τα προγράμματα που εφαρμόστηκαν στο 2ο μέτωπο αποτέλεσαν κοινωνικές δεσμεύσεις για το Κίνημα της 26ης Ιούλη (ονομασία της οργάνωσης με επικεφαλής τον Φιντέλ που ηγείτο του αντιδικτατορικού αγώνα στο βουνό αλλά στις πόλεις της Κούβας). Οι εργάτες, οι αγρότες και οι γυναίκες της Κούβας είχαν πάρει μια γεύση του τη μπορούν να καταφέρουν με τη συμμετοχή τους, και μαζί με μια ηγεσία που τους στηρίζει.
Με την νίκη του 1959, χιλιάδες αγωνίστριες ήθελαν να συνεχίσουν τη συμμετοχή τους στο νέο εγχείρημα της οικοδόμησης. Μέσα από αυτή την απαίτηση ιδρύθηκε η Ομοσπονδία Γυναικών Κούβας (ΟΓΚ). Ιδρύθηκε χωρίς προκαθορισμένη δομή και ημερήσια διάταξη, όπως εξηγεί η Βίλμα. Η δράση της αποτελεί αντικείμενο του 2ου μέρους του βιβλίου. Όταν χρόνια αργότερα ρωτήθηκε η Βίλμα Εσπίν: Όταν πρωτοανακατεύτηκες με το κίνημα, σου πέρασε ποτέ από το μυαλό ότι χρειαζόταν μια ξεχωριστή γυναικεία οργάνωση; Ποτέ! απάντησε αυθόρμητα. Όμως στην πορεία αποδείχτηκε ένα ανεκτίμητο εργαλείο και όπλο.
Στην προεπαναστατική Κούβα, εργαζόταν έξω από το σπίτι το 13,5% των γυναικών. Ένα μεγάλο ποσοστό ήταν παραδουλεύτρες σε αστικά σπίτια, που πληρώνονταν με τα ψίχουλα από το τραπέζι του αφεντικού. 70,000 γυναίκες έμειναν εγκαταλειμμένες, καθώς οι αστικές οικογένειες έφυγαν από το νησί με την επαναστατική νίκη του 1959.
Η ΟΓΚ ανέλαβε τη δημιουργία ειδικών κέντρων κατάρτισης έτσι που οι γυναίκες αυτές μπόρεσαν να εκπαιδευτούν ως τραπεζικοί υπάλληλοι, οδηγοί ταξί, να επανδρώσουν σχολεία και παιδικούς σταθμούς.
Πώς να αγγίξει η επανάσταση τα πιο απομακρυσμένα χωριά, με τις πιο οπισθοδρομικές αντιλήψεις για τη θέση της γυναίκας; Εδώ θα διαβάσετε για τη Σχολή «Άνα Μπετανκούρ» για Νέες Αγρότισσες που δημιούργησε η ομοσπονδία, από την οποία αποφοίτησαν δεκάδες χιλιάδες. Εκτός από κοπτική και ραπτική, οι νεαρές κοπέλες μάθαιναν βασικά στοιχεία υγιεινής, διατροφολογίας και ... επανάστασης! Επέστρεφαν στα χωριά τους με μια ραπτομηχανή έδιναν μαθήματα στην πλατεία του χωριού, κοπέλες που πρωτύτερα δεν τολμούσαν να βγουν από την πόρτα του σπιτιού τους.
Σε ολόκληρες περιοχές της Κούβας, τα πρώτα επαναστατικά στελέχη ήταν αυτές οι κοπέλες που είχαν έρθει στην Αβάνα και είχαν δει από κοντά τις δυνατότητες που άνοιγε η επανάσταση.
Αντίστροφα, νέες κοπέλες από τις πόλεις, 13, 14, 15 χρονών μαθήτριες ταξίδεψαν στα απομακρυσμένα χωριά για να διδάξουν ανάγνωση και γραφή. 100.000 νέοι άνθρωποι από τις πόλεις εξάλειψαν τον αναλφαβητισμό στην Κούβα μέσα σε έναν χρόνο το 1961, μένοντας και δουλεύοντας με τις αγροτικές οικογένειες και διδάσκοντας ανάγνωση και γραφή το βράδυ. Ταυτόχρονα γνώριζαν από κοντά τις συνθήκες ζωής της αγροτιάς και δεσμεύονταν στον αγώνα για τη βελτίωσή τους.
Όπως και για τους μαύρους της Κούβας, έτσι και για τις γυναίκες, άνοιγαν πρωτόγνωροι ορίζοντες στη μόρφωση και τη συμμετοχή. «Το τι σημαίνει να είσαι γυναίκα άρχισε να αλλάζει» όπως λέει η Βίλμα εδώ. Οι κοινωνικές δομές της Κούβας, το ίδιο το σύστημα υγείας, των οικογενειακών γιατρών, ο κοινωνικός, αλληλέγγυος τρόπος που αντιμετωπίζονται οι εμβολιασμοί, η αιμοδοσία, η προστασία απέναντι στους τυφώνες. Όλα αυτά χτίστηκαν με την ενεργό συμμετοχή και τις προτάσεις των γυναικών σε όλα τα επίπεδα και με γνώμονα τις ανάγκες της εργαζόμενης πλειονότητας του λαού.
Αλλαγές στη συμμετοχή, στην εργασία και τη μόρφωση που χρειάστηκαν 150 χρόνια να συντελεστούν σε χώρες όπως η Αγγλία και οι ΗΠΑ –αλλαγές που δεν έχουν γίνει ποτέ στις χώρες της Κεντρικής Αμερικής και της Καραϊβικής–, έγιναν μέσα σε λιγότερο από 25 χρόνια επανάστασης στην Κούβα. Το 1980, το 44,5% των γυναικών εργαζόταν. Το 2008 φτάνει στα 59%. Αυτό προϋποθέτει ποιοτικά σχολεία και βρεφονηπιακούς σταθμούς.
Τα πρώτα χρόνια η έμφαση ήταν στη συμμετοχή των γυναικών. Η κατάλυση των εμποδίων μπροστά στην εξέλιξη των γυναικών ήρθε όταν οι γυναίκες άρχισαν να βγαίνουν από τους παραδοσιακούς τους ρόλους ως νοικοκυρές και ως κυρίως υπεύθυνες για τα παιδιά και την οικογένεια. Αυτό το απλό αλλά καθόλου εύκολο βήμα είναι που θέτει τις βάσεις για τον σύνθετο αγώνα προς την πλήρη άσκηση της ισότητας της γυναίκας.
Ο αγώνας αυτός είναι μακρύς και διαρκής. Για να προχωρήσει απαιτείται –εκτός από μια σοσιαλιστική οικονομία– ένα επίπεδο παραγωγικότητας που μόνη της δεν θα μπορέσει ποτέ να το φτάσει μια πρώην αποικία. Παρόλα αυτά, σήμερα πάνω από το 55% των τεχνικών και των επιστημόνων είναι γυναίκες και το 48,9% της κουβανικής εθνοσυνέλευσης είναι γυναίκες.
Το μορφωτικό επίπεδο, το επίπεδο υγείας που έχει επιτευχθεί σε μια χώρα-πρώην αποικία που εξακολουθεί 55 χρόνια τώρα να τελεί υπό οικονομικό αποκλεισμό από την ισχυρότερη καπιταλιστική οικονομία μας λέει πολλά. Μας λέει πολλά για τις δυνατότητες που ανοίγονται όταν ο εργαζόμενος λαός ελέγχει τον πλούτο που παράγουμε, βάζουμε σαν προτεραιότητες τις δικές μας ανάγκες ενώ παράλληλα στεκόμαστε στο πλευρό των αγωνιζομένων ανθρώπων διεθνώς, όπως εξακολουθεί να πράττει η Κούβα.
Πρόκειται για κατακτήσεις που βγήκαν μέσα από τη συμμετοχή 3 γενιών γυναικών τώρα. Οι σειρήνες του καταναλωτισμού και του ατομικού κέρδους που εκπέμπουν σταθερά από το Μαϊάμι συχνά έχουν ως ιδιαίτερο στόχο τις γυναίκες. Αυτό ήταν ιδιαίτερα έντονο τις δεκαετίες του 1990 και 2000 όταν οι ελλείψεις σε αγαθά ήταν χειρότερες.
Παρόλα τα εντονότατα προβλήματα που έχουν κληρονομηθεί από την περίοδο εκείνη των ελλείψεων –η οποία δεν έχει τελειώσει–, βλέπει κανείς στην Κούβα παντού όπου η επιβίωση απαιτεί την αλληλεγγύη ότι οι γυναίκες είναι μπροστά με την πιο μεγάλη αυτοπεποίθηση. Είναι οι πρωτεργάτριες του «κανείς μόνος του στην κρίση». Οι γυναίκες, οργανωμένες στην ΟΓΚ, στις επιτροπές γειτονιάς, στα σωματεία και τους αγροτικούς συνεταιρισμούς είναι στήριγμα της σοσιαλιστικής επανάστασης. Έχουν συναίσθηση του τι οφείλουν σε αυτήν και του τι θα σήμαινε για τις ίδιες και για τις οικογένειές τους η εγκατάλειψη του σοσιαλισμού.
Μέσα από το βιβλίο αυτό, γνωρίζουμε καλύτερα την ιστορία τους. Στεριώνεται ακόμα παραπάνω η εμπιστοσύνη που έχουμε στον κουβανικό λαό, ότι θα ανταπεξέλθει και θα προχωρήσει με το κεφάλι ψηλά μέσα από την κρίση και τους πολέμους του καπιταλισμού που όλοι μαζί ζούμε σήμερα.
Μέσα από το βιβλίο αυτό γνωρίζουμε με άμεσο και ζωντανό τρόπο, χωρίς περίσσιους πολιτικαντισμούς, την ουσία της ιστορικής εμπειρίας της Κούβας.