Σελίδες

Παρασκευή 3 Νοεμβρίου 2017

"Ο Τσε των ιδεών και της πράξης": Ομιλία Γ. Τσαλαβούτα

Tσε, Κούβα και αντιαποικιακοί αγώνες στην Αφρική: Ο διεθνισμός ως εξωτερική πολιτική  

Τι σημαίνει διεθνισμός και διεθνιστής; «Διεθνιστής σημαίνει να ξεπληρώνεις το ίδιο το χρέος σου προς την ανθρωπότητα. Όποιος δεν είναι ικανός να πολεμήσει για τους άλλους δεν θα είναι ποτέ ικανός να πολεμήσει για τον εαυτό του». Έτσι είχε ορίσει το διεθνισμό ο Φιντέλ (1988).

Οι δεσμοί φιλίας και αλληλεγγύης της σοσιαλιστικής Κούβας με την Αφρική χρονολογούνται από πολύ παλιά. Το 1961, όταν ακόμα η Αλγερία πολεμούσε για την ανεξαρτησία της, η Κούβα έστειλε φορτίο με όπλα και φάρμακα. Το 1963, έστειλε επίσης τα πρώτα άρματα μάχης που είχε παραλάβει από τη Σοβιετική Ένωση, μαζί με 700 στρατιώτες, για να αποκρούσουν την επιθετική απειλή από το Μαρόκο.

Ο ίδιος ο Τσε, ως πρωτεργάτης της Κουβανικής Επανάστασης και υπουργός της Επαναστατικής κυβέρνησης, επισκέφτηκε τις περισσότερες αφρικανικές χώρες που στις αρχές της δεκαετίας του 1960 απέκτησαν την ανεξαρτησία τους και έχτισε φιλίες και συνεργασίες με σημαντικούς ριζοσπάστες αφρικανούς ηγέτες, όπως ο Αχμέντ Μπεν Μπελά στην Αλγερία, ο Κβάμε Νκρούμα στην Γκάνα, ο Τζούλιους Νιερέρε στην Τανζανία και άλλοι.

Χαρακτηριστικά τα λόγια του σε ομιλία του στο Αλγέρι το 1962: «Δεν υπάρχουν σύνορα σε αυτή τη μάχη μέχρι θανάτου, δεν μπορούμε να μένουμε αδιάφοροι απέναντι σε αυτό που συμβαίνει σε οποιοδήποτε μέρος του κόσμου, μια νίκη σε οποιαδήποτε χώρα επί του ιμπεριαλισμού είναι μια δική μας νίκη, καθώς και η ήττα ενός οποιουδήποτε έθνους είναι μια  ήττα για όλους».

Στο μακρινό Κονγκό διαφαίνονταν ευνοϊκές πιθανότητες νίκης επί του ιμπεριαλισμού το 1964. Μήνες μόλις μετά την ανεξαρτησία, το Σεπτέμβρη του 1960 συνελήφθη ο ριζοσπάστης ηγέτης Πατρίς Λουμούμπα, και το Γενάρη του 1961 δολοφονήθηκε. Την εξουσία σφετερίστηκε η τριανδρία Τσομπέ, Μομπούτου και Καζαβούμπου, άνδρες που υπάκουαν στις παλιές αποικιοκρατικές δυνάμεις και στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ωστόσο, τον Ιούνιο του 1964 ο πιστός στο Λουμούμπα Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός του Κονγκό εξεγέρθηκε και πέτυχε να απελευθερώσει μεγάλη έκταση στα ανατολικά της χώρας.

Στις 11/12/64 ο Τσε εκφώνησε μια ομιλία-καταπέλτη στον ΟΗΕ, καταγγέλλοντας τη νέο-αποικιακή επέμβαση στο Κονγκό με αυτά τα λόγια: «Όλοι οι ελεύθεροι άνθρωποι του κόσμου πρέπει να ετοιμαστούν να πάρουν εκδίκηση για το Κονγκό». Στη συνέχεια πραγματοποίησε μια τρίμηνη σχεδόν περιοδεία στην Αφρική και συναντήθηκε με πολλούς αρχηγούς κρατών και ηγέτες κινημάτων ανεξαρτησίας με σκοπό να εξασφαλίσει την υποστήριξή τους για την υπόθεση του Κονγκό. Μεταξύ αυτών τους Κονγκολέζους ηγέτες Καμπίλα και Σουμιαλότ.

Το σχέδιο – στο οποίο κατέληξε ο Τσε αφού ζήτησε και τη γνώμη του Φιντέλ – μπήκε σε εφαρμογή όταν υπεβλήθη επίσημο αίτημα από τους Κογκολέζους αντάρτες. Περιλάμβανε την εκπαίδευση 128 Κουβανών, σχεδόν στο σύνολό τους μαύρων, και την αποστολή τους στο Κονγκό με αρχηγό τον ίδιο τον Γκεβάρα και υπαρχηγό τον Βίκτορ Ντρέκε, βετεράνο της Σιέρα Μαέστρα και του Εσκαμπράι. Οι πρώτοι άνδρες έφτασαν τον Απρίλη του 1965 στην Τανζανία και πέρασαν στο Κονγκό μέσω της λίμνης Τανγκανίκα.

Τα γεγονότα αυτής της εκστρατείας είναι γνωστά κυρίως από τα Αποσπάσματα Επαναστατικού Πολέμου: Κονγκό (ή αλλιώς Ημερολόγιο του Κονγκό) που κυκλοφόρησε πολλά χρόνια μετά τα γεγονότα (1999). Ο Τσε ξεκινά το ημερολόγιο του με αυτά τα λόγια: «Αυτή είναι η ιστορία μιας αποτυχίας», κάνοντας συνολικά μια πολύ αυστηρή αποτίμηση της εκστρατείας.

Ο Τσε κατέβαλε υπεράνθρωπες προσπάθειες και έδωσε το καλύτερο παράδειγμα για να πετύχει αυτός ο αγώνας. Επέμενε στην ίση μεταχείριση Κουβανών και Αφρικανών, υποχρέωνε τους στρατιώτες να σέβονται τους χωρικούς και τις γυναίκες, δέχτηκε να υπαχθεί στους τοπικούς στρατιωτικούς ηγέτες, επεδίωξε να μάθει σουαχίλι και κέρδισε την αγάπη των ντόπιων με τις υπηρεσίες του ως γιατρός και δάσκαλος.

Ωστόσο η χρονική συγκυρία αποδείχτηκε ατυχής, γιατί όταν έφτασαν οι Κουβανοί οι επαναστατικοί πυρήνες είχαν ουσιαστικά σβήσει. Σαν να μην έφτανε αυτό, στις 15 Ιούνη ανατράπηκε με πραξικόπημα ο Αχμέτ Μπεν Μπελά, ο σημαντικότερος σύμμαχος της Κούβας στην Αφρική, ενώ είχε ήδη πεθάνει (19 Μάη) από καρκίνο η πολυαγαπημένη μητέρα του Ερνέστο, Σέλια.  Εκείνη την περίοδο δόθηκαν οι πιο καθοριστικές μάχες και ήττες στο Φορτ ντε Φορς και στην Κατένγκα.

Τον Οκτώβρη το μέτωπο κατέρρευσε ενώ στο μεταξύ η πολιτική κατάσταση είχε αλλάξει. Ο Τσομπέ είχε ανατραπεί και ισχυρός άνδρας ήταν πλέον ο Καζαβούμπου, ο οποίος πρόσφερε ειρήνη στους αντάρτες. Επιπλέον ο Οργανισμός Αφρικανικής Ενότητας απέσυρε τη στήριξή του στο αντάρτικο του Κονγκό.

Σαν αποτέλεσμα οι Κουβανοί το Νοέμβρη αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν. «Δεν υπήρξε ούτε μια χειρονομία μεγαλείου σ’ αυτή την υποχώρηση», γράφει ο Τσε. Σε γράμμα του στον Φιντέλ αναφέρει με πικρία: «Δεν μπορούμε να ελευθερώσουμε μόνοι έναν λαό που δεν θέλει να αγωνιστεί».

Ο πόλεμος του Κονγκό ήταν αναπόφευκτα ενταγμένος στη γεωπολιτική του Ψυχρού Πολέμου και συνοπτικά η αποτυχία μπορεί να κωδικοποιηθεί στους παρακάτω παράγοντες. Πρώτον, στην ελλιπή γνώση των Κουβανών για τις ιδιαίτερες συνθήκες της Αφρικής, όπως για παράδειγμα ότι δεν υπήρχε αγροτιά με ταξική συνείδηση που να διεκδικεί γη. Αντίθετα βασίλευε ο φυλετισμός, σαν αποτέλεσμα των διαιρέσεων που είχε επιβάλει η αποικιοκρατία. Δεύτερον, στην κακή συνεργασία με τους ντόπιους στρατιωτικούς ηγέτες, οι οποίοι στην πλειοψηφία τους βρίσκονταν στο εξωτερικό και δεν είχαν ιδιαίτερη διάθεση να πολεμήσουν. Τρίτον, στον καλύτερο εξοπλισμό και εκπαίδευση των φιλοϊμπεριαλιστικών δυνάμεων, που βασίζονταν στην εμπειρία των λευκών μισθοφόρων αλλά και στο άφθονο χρήμα από τις ΗΠΑ. Τέταρτον, στις πολιτισμικές διαφορές, την αμάθεια και τις δεισιδαιμονίες, τη δυσκολία επικοινωνίας και την έλλειψη εμπιστοσύνης εκατέρωθεν.

Λίγο αργότερα, στο μήνυμα του στην Τρικοντινεντάλ της Αβάνας (Ιαν. 1966), ο Γκεβάρα αναλύει την κατάσταση στην Αφρική και καταλήγει με μια εμβληματική – και παρερμηνευμένη – φράση: «Πόσο πιο κοντινό και πιο φωτεινό θα βλέπαμε το μέλλον, αν άνθιζαν δυο, τρία, πολυάριθμα Βιετνάμ στην επιφάνεια της γης

Η ιστορία έμελε να τον διαψεύσει θετικά. Μπορεί να μην κατάφερε να φτιάξει ένα «αφρικανικό Βιετνάμ» το 1965, αλλά η εμπειρία των συντρόφων του στο Κονγκό αποδείχθηκε πολύτιμη, και βοήθησε στις πετυχημένες εθνικοαπελευθερωτικές προσπάθειες στη μαύρη ήπειρο τα επόμενα 25 χρόνια.

Η λαμπρότερη σελίδα του διεθνισμού των Κουβανών στην Αφρική γράφηκε στην Αγκόλα. Μετά από πέντε αιώνες αποικιοκρατίας και πάνω από δέκα χρόνια ένοπλου αγώνα, η Πορτογαλία παραχώρησε στην Αγκόλα την ανεξαρτησία στις 11 Νοέμβρη 1975 και την κυβέρνηση στο MPLA, το ισχυρότερο και πιο ιδεολογικοποιημένο απελευθερωτικό κίνημα.

Ωστόσο, λίγες εβδομάδες πριν την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας (14/10), η Αγκόλα δέχτηκε συνδυασμένη εισβολή από τα στρατεύματα του Ζαΐρ στο Βορρά και της Νότιας Αφρικής στο Νότο, ενισχυμένων από τις ντόπιες φιλοϊμπεριαλιστικές δυνάμεις του FNLA και της UNITA αντίστοιχα.

Η ανταπόκριση της Κούβας ήταν άμεση και από τις 5 Νοέμβρη άρχισε να στέλνει χιλιάδες εθελοντές στρατιώτες και βαρέα όπλα, στα πλαίσια της λεγόμενης Επιχείρησης Καρλότα, και βοήθησε καθοριστικά στην απόκρουση της διπλής επίθεσης. Ο Πόλεμος συνεχίστηκε για άλλα 16 χρόνια, μέχρι να υπογραφεί η ειρήνη μετά την καθοριστική νίκη στο Κούιτο Κουαναβάλε (Μάρτης 1988) που εξασφάλισε όχι μόνο την εθνική και εδαφική κυριαρχία της Αγκόλας, αλλά πέτυχε ακόμα την ανεξαρτησία της γειτονικής Ναμίμπια (1990), και βοήθησε ουσιαστικά στην πτώση του ρατσιστικού καθεστώτος του απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική. Γιατί όπως είπε ο μετέπειτα πρόεδρος Νέλσον Μαντέλα, «Αυτή η νίκη κατέστρεψε το μύθο του αήττητου των καταπιεστών λευκών».

Στην Αγκόλα υπηρέτησαν συνολικά 425.000 Κουβανοί εθελοντές διεθνιστές και περίπου 2.100 από αυτούς έχασαν τη ζωή τους στην αφρικανική χώρα. Δεν πήραν τίποτα γι’ αυτό σε αντάλλαγμα, παρά μόνο τις σορούς των νεκρών συντρόφων τους.

Χαρακτηριστικά τα λόγια του Νέλσον Μαντέλα, όταν επισκέφτηκε την Κούβα το 1991: Εμείς στην Αφρική έχουμε συνηθίσει να είμαστε θύματα άλλων χωρών που θέλουν να αποσπάσουν το έδαφός μας ή να ανατρέψουν την κυριαρχία μας. Στην ιστορία της Αφρικής, είναι πρωτοφανές ένας άλλος λαός να έχει ξεσηκωθεί για να υπερασπιστεί ένας από μας. 

Σημαντική επίσης ήταν η συμβολή της Κούβας στην ανεξαρτησία της Γουινέας-Μπισάου (1974), της Μοζαμβίκης (1975) αλλά και στην απόκρουση της εισβολής – με ιμπεριαλιστικά ελατήρια – της Σομαλίας στην Αιθιοπία (1977-1978). Σε όλες αυτές τις διεθνιστικές αποστολές πρωτοστάτησαν παλιοί συμπολεμιστές του Τσε με εμπειρία στο Κονγκό, όπως ο Βίκτορ Ντρέκε, ο Χάρι Βιγιέγας και άλλοι.

Η διεθνιστική αλληλεγγύη ως εξωτερική πολιτική της Κούβας απέναντι στην Αφρική δεν εκδηλώθηκε μόνο στο πεδίο της μάχης. Από τις 23 Μάη 1963 που αναχώρησε για την Αλγερία η πρώτη κουβανική ιατρική μπριγάδα, με 55 μέλη, πάνω από 132.000 επαγγελματίες της υγείας έχουν συμμετάσχει σε διεθνιστικές αποστολές σε διάφορες χώρες, και μεγάλο μέρος από αυτούς στην Αφρική. Πιο πρόσφατο παράδειγμα τα ιατρικά κλιμάκια που εστάλησαν στη Δυτική Αφρική για την αντιμετώπιση του ιού Έμπολα. Σήμερα η Κούβα έχει συνεργασία με 76 χώρες στις οποίες υπηρετούν πάνω από 38.000 εργαζόμενοι.

Αυτή η πολιτική είχε αμοιβαιότητα, καθώς βοήθησε και την ίδια την Κούβα να επιβιώσει κατά τη διάρκεια της λεγόμενης «Ειδικής Περιόδου» σε καιρό ειρήνης, θωρακίζοντάς την με τεράστια αυτοπεποίθηση και ακατάβλητη αξιοπρέπεια.

Όπως είχε πει προφητικά το 1991 ο Ραούλ Κάστρο, στην υποδοχή των τελευταίων στρατιωτών που επέστρεφαν από την Αγκόλα: «Στις νέες και απρόσμενες εξελίξεις, πάντα θα μπορούμε να επικαλεστούμε την εποποιία της Αγκόλας με ευγνωμοσύνη, γιατί χωρίς την Αγκόλα δεν θα ήμασταν τόσο δυνατοί όπως είμαστε σήμερα.»

Τα παραπάνω ήταν μερικά παραδείγματα του έμπρακτου διεθνισμού της Κούβας, που βοήθησε τα μέγιστα στους αντιαποικιακούς αγώνες στην Αφρική, εμπνευσμένους από το παράδειγμα εθελοντισμού και ανθρωπισμού του Ερνέστο Γκεβάρα ντε λα Σέρνα, γνωστού και ως Τσε.